πανόδετος

πανόδετος
ο
δεμένος ή βιβλιοδετημένος με πανί: Τα πανόδετα βιβλία καταστρέφονται γρηγορότερα από τα δερματόδετα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • πανόδετος — η, ο (για βιβλίο) δεμένος με εξώφυλλο επικαλυμμένο με ειδικό ύφασμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < πανί + δετος (< δένω), πρβλ. χρυσό δετος. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Εφημερίς] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”